- ξαδέρφι
- το двоюродный брат или двоюродная сестра;
ο Κώστας και η Μαρία είναι ξαδέρφια — Костас и Мария двоюродные брат и сестра
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ο Κώστας και η Μαρία είναι ξαδέρφια — Костас и Мария двоюродные брат и сестра
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
ξαδέρφι — ξαδέρφι, το και ξάδερφος, ο θηλ. ξαδέρφη ο γιος ή η θυγατέρα του θείου ή της θείας μας: Όπου έχει δώδεκα αδερφούς και τριάντα δυο ξαδέρφια (δημ. τραγ.) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
ξαδέρφι — το εξάδελφος. [ΕΤΥΜΟΛ. < μσν. ἐξαδέλφι, υποκορ. τού αρχ. ἐξάδελφος, με σίγηση τού αρκτ. φωνήεντος] … Dictionary of Greek
(ε)ξάδερφος — (ε)ξάδερφος, ο (ε)ξάδερφος, ο και αξάδερφος, ο θηλ. (ε)ξαδέρφη και αξαδέρφη και ισσα συγγενική σχέση μεταξύ των παιδιών των αδερφών (πρώτοι εξάδερφοι) ή των παιδιών των εξαδέρφων (δεύτεροι εξάδερφοι) ή των παιδιών των δεύτερων εξαδέρφων (τρίτοι… … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)